Translate

Τρίτη 23 Απριλίου 2019

Ο Εχων φόβο ούκ εγνων τον Θεό

***
  1. Ο Εχων φόβο ούκ εγνων τον Θεό.
την εξουσία της ουσίας σου , εσυ την προστάζεις και όχι τα πρέπει του μυαλού.
τα ''ξέρω'' και τα ''γνωρίζω'' διαφέρουν.
ότι σπέρνεις θερίζεις .
ό.τι πιστεύεις θεουργεις, όπως και ό,τι φοβηθηκες ότι δέν θα σου γίνει,τούτο δε έγινε.

θεοι εστε και υιοι του Υψιστου απαντε ,,άνεφ του πνευματος Αυτου που όποιος το Εχει , . . εχει σωθεί.
τι εστι Θεωση :
Στο παρόν Συνέδριο θα ασχοληθούμε με το ύψιστο για τον άνθρωπο ιδεώδες, τη Θεανθρώπινη τελειότητα και τα όσα συντελούν στην κατάκτησή της. Το να συζητείται το θέμα αυτό μέσα σε μια εποχή στείρα και ορθολογιστική, όπου τα πάντα σχεδόν ερμηνεύονται και κρίνονται υπό το πρίσμα των φτηνών και ταπεινών ορέξεων του ιδιοτελούς ατομισμού, αποτελεί ευλογημένη προσπάθεια και επιτυχημένη εκλογή.

Ο φωτεινός αυτός πόλος (η Θεανθρώπινη δηλ. τελειότητα), που είναι ο μόνος κατ’ εξοχήν στόχος του πανανθρώπινου προορισμού, καλύφθηκε στις μέρες μας από τα ζοφερά νέφη του ουμανιστικού πολιτισμού, και αντί αυτού οι άνθρωποι προσβλέπουν στις εφήμερες πυγολαμπίδες του ορθολογισμού, με συνέπεια να αποπροσανατολίζονται και να χάνουν την κατεύθυνση της πορείας τους. Στον κυκεώνα αυτόν της συγχύσεως και του αποπροσανατολισμού, κανένας άλλος παράγοντας, καμμιά άλλη θεωρία, κανένα άλλο σύστημα και επιτήδευμα δεν θα μπορέσει να βοηθήσει τον πλανώμενο και παραπαίοντα άνθρωπο να επανεύρει τον εαυτό του και τον καθολικό του προορισμό, παρά μόνο η επιστροφή του στην επίγνωση του Θεανθρωπισμού του.
Η ύψιστη αυτή αλήθεια όπου διά της επιφανείας του Κυρίου μας Ι. Χριστού, του σαρκωθέντος Θεού Λόγου, έγινε και παραμένει ως αιώνια πανανθρώπινη κληρονομιά, δεν πρέπει να μείνει άγνωστη από κανένα απόγονο του Αδάμ. Το κήρυγμα αυτό δεν επινοήθηκε σήμερα ή στους νεώτερους χρόνους. Αριθμεί περί τα 2000 χρόνια, και σ’ όλες τις προηγούμενες γενιές διεξήχθη τιτάνειος αγώνας από την Εκκλησία και τα τέκνα της, για την επικράτηση αυτής της αλήθειας. Ποταμοί αιμάτων και ιδρώτων πότισαν τη γη κατά την αέναη πάλη των τέκνων του Θεού εναντίον των δυνάμεων του σκότους που επιδιώκουν ματαίωση του ανθρώπινου προορισμού.
Στις μέρες μας όμως άλλαξε η τακτική της πολεμικής των αρχόντων του αιώνος τούτου, και τη βία τη διαδέχθηκε η υποκρισία, ο δόλος, η απάτη με τα δολώματα του ψευδοπολιτισμού και των τεχνικών ανθρωπίνων γνώσεων. Έτσι τώρα, αντί να οδηγεί ο διάβολος τους ανθρώπους στα αμφιθέατρα του μαρτυρίου και τα παντοειδή παιδευτήρια, για ν’ αρνηθούν την επίγνωση της θείας κληρονομιάς τους, τους αποπλανά με ψευδείς θεωρίες, ώστε να μην πιστεύουν και έτσι να αγνοούν τον αληθινό προορισμό τους. Αυτό είναι το σημερινό τραγικό κατάντημα της ανθρωπότητας.
Εύχομαι από καρδίας η ωραία και διαφωτιστική αυτή προσπάθεια να συνεχισθεί και σε ευρύτερη βάση, ώστε οι αλήθειες της πίστεώς μας να γίνουν κοινή συνείδηση όχι μόνο για όσους συμμετέχουν ενεργά στη θρησκευτική ζωή, μα και για τους έξω, τους εγγύς και τους μακράν. Εύχομαι να δώσει η Μητέρα Εκκλησία μας γι’ άλλη μια φορά την απάντηση στο πανανθρώπινο ερώτημα: τί είναι ο άνθρωπος; Από πού έρχεται και πού πηγαίνει; ποιά είναι σήμερα εκείνα που τον απασχολούν και τον αιχμαλωτίζουν και τον αποπλανούν; πώς μπορεί να λυτρωθεί απ’ αυτά και προς τα πού να στραφεί;
Μέσα από την απελπισία του επιθανάτιου ρόγχου, που έπεσε ο σημερινός άνθρωπος και κατατρώγεται σιγά-σιγά αλλά σταθερά από τα όργανα του θανάτου, δεν μπορεί κανένας άλλος να τον ανασύρει, παρά μόνον ο Λυτρωτής, ο Θεάνθρωπος Κύριος Ι. Χριστός. Εδώ ακριβώς είναι και ο ρόλος της Εκκλησίας μας. Οι ψευδαισθήσεις που προκαλούν τα διάφορα απατηλά ιδεολογικά συνθήματα (ψευδαισθήσεις ιδεολογικές, πνευματικές, βιολογικές, τεχνολογικές, οικονομικές και κοινωνικές) είναι τα ναρκωτικά με τα οποία ο πικρότατος εχθρός διάβολος κρατά σε αναισθησία τον άνθρωπο. Η ανήσυχη και αγωνιώσα συνείδηση και απεγνωσμένη προσπάθεια του σημερινού ανθρώπου να βρει την ευτυχία και γαλήνη πρέπει να πάρουν την ορθή, την ακριβή, την οριστική απάντηση. Και σ’ αυτό μόνον η Μητέρα Εκκλησία, το Σώμα του Θεανθρώπου Χριστού, μπορεί να δώσει τη λύση.
Το σημερινό μας θέμα ίσως νάναι το καλύτερο αφυπνιστικό σύνθημα: «Θεανθρωπισμός». Αυτό είναι το μόνο «καινόν» υπό τον ήλιον, η μόνη αληθινή πραγματικότητα, το κέντρο της πανανθρώπινης προσδοκίας, το τέρμα των πανανθρώπινων επιδιώξεων, η μόνιμη πανευτυχία, η πλήρωση της νοσταλγίας και δίψας του σημερινού κουρασμένου ανθρώπου, αλλά και των ανθρώπων κάθε εποχής. «Ελάτε σ’ εμένα όσοι κοπιάζετε κι είστε φορτωμένοι, κι εγώ θα σας ξεκουράσω»(Ματθ. ια’ 28), είναι η απάντηση που δίνει ο Λυτρωτής σ’ όσους επιζητούν ειλικρινά τη γνώση αυτού του μυστηρίου.
Στην αποκάλυψη αυτού του μυστηρίου μυσταγωγεί μόνο η Εκκλησία μας. Μόνο διά της Εκκλησίας και μέσα στην Εκκλησία οδηγούμαστε στον αληθινό Θεανθρωπισμό, που είναι το τέρμα του πόνου και του κόπου, της αγωνίας και του άγχους, της φθοράς και του θανάτου και όλων των συναφών κακών που καταρρακώνουν και διαλύουν την ανθρώπινη προσωπικότητα. Ο Θεανθρωπισμός αυτός είναι η λύτρωση στην έσχατή της έννοια, η εξυγίανση της αρρωστημένης μας φύσεως, η ελευθερία από τα άνομα πάθη, ο εν Χριστώ αγιασμός μας. «Αυτό είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός μας» (Α’ Θεσ. δ’ 3). Θεανθρωπισμός είναι, τέλος, η θέωση του ανθρώπου.
***
η Μελετη των Αγιων γραφων και του Αγιου Ευαγγελιου , το φως της ''Θέωσης'' και τα νοηματα , η αποκαλυψη της Θεάς ψυχής ως παρουσια αιωνιας αγαπης δια του Αγιου Πνευματος .

«Θέωση» όταν λέμε, εννοούμε την εις το υπέρ φύσιν ανύψωση του ανθρώπου και την κατά το δυνατόν ομοίωσή του με το Θεό —πράγμα που γίνεται κατορθωτό χάρις στη σάρκωση του Θεού Λόγου και τον αγιασμό από τη Χάρη του Αγ. Πνεύματος. Είναι δε η θέωση το κέντρο και η βάση της Χριστιανικής σωτηριολογίας και του ανθρώπινου προορισμού. Σ’ αυτό το στόχο περιστράφηκε στο παρελθόν, περιστρέφεται στο παρόν και θα περιστρέφεται και στο μέλλον ο ορθόδοξος μυστικισμός τον οποίο με τόσο ζήλο καλλιέργησαν οι δικοί μας Πατέρες, μεταδίδοντας στη συνέχεια την ευγενή τους άμιλλα και στις μετά ταύτα γεννηθείσες θυγατέρες Εκκλησίες των Σλαυικών χωρών.
Η θέωση δεν είναι δυνατό να περιγράφει με ανθρώπινα λόγια. Αμυδρή εικόνα της αποκάλυψε ο Κύριος κατά την Μεταμόρφωσή Του στο όρος Θαβώρ. Τη θέωση υπονοούν και τα λόγια Του, ότι «οι δίκαιοι θα λάμψουν σαν τον ήλιο στη βασιλεία του Πατέρα τους» (Ματθ. ιγ’ 43). Τα σημεία της θεώσεως (μερικά ίχνη) έφερε και ο προφήτης Μωυσής στο πρόσωπό του, όταν κατέβηκε από την κορυφή του Σινά, με συνέπεια να μη μπορούν οι Ισραηλίτες να τον ατενίσουν χωρίς εκείνος να φορεί κάλυμμα στο πρόσωπό του. Τη χάρη της θεώσεως έφεραν και πολλοί από τους αγίους Πατέρες μας, όπως βλέπουμε στους βίους των (όπως π.χ. ο αββάς Παμβώ, ο αββάς Σισώης, ο άγιος Νήφων κατά τον δ’ αιώνα, επίσκοπος Κωνσταντιανής, ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ και όσοι άλλοι με τη χάρη του Χριστού ανέβηκαν την κλίμακα του αγιασμού).
Η θεία εκείνη έλλαμψη που διεχέετο από το σώμα των θεωμένων αγίων ήταν η θεία κατάσταση που υπήρχε μέσα τους, που φωτίζει και αγιάζει όλη τη ψυχοσωματικη ύπαρξη του ανθρώπου. Όλα τα ψυχοσωματικά μέλη του ανθρώπου, αγιαζόμενα, γίνονται μέτοχα της αφθαρσίας και της ευωδίας του αγιασμού, ενώ τα πρόσωπά τους φωτίζονται και λάμπουν «ως ο ήλιος», χωρίς η λάμψη αυτή να γίνεται πάντοτε αισθητή στους έξω, εκτός εάν η θεία Χάρη το επιτρέψει προς οικοδομή των πιστών. Αυτή η χάρη είναι που αγιάζει τα οστά τους, τα ενδύματά τους και ό,τι άλλο είχαν για χρήση τους, όπως βλέπουμε στους βίους τους, γι’ αυτό και τα «μαντίλια της κεφαλής ή του λαιμού»(Πραξ. 19, 12) τους ακόμη επιτελούσαν θαύματα και θεραπείες.
Με λίγα λόγια λοιπόν, θέωση είναι η μεταμόρφωση του ανθρώπου με τη Χάρη του Θεού στο πρώτον αξίωμα του «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Θεού». Είναι η, δυνάμει της σαρκώσεως του Θεού Λόγου, κατά χάριν υιοθεσία του ανθρώπου από τον Θεό. Θέωση είναι η όσον «χωρεί» στην ανθρώπινη φύση συμμετοχή στη θεία δόξα και τη θεία μακαριότητα. Είναι, ακόμη η κατάσταση εκείνη που περιγράφει ο Απ. Παύλος, όπου «η ζωή θα νικήσει τον θάνατο»(Β’ Κορ. ε’ 4), όπου ο πιστός ανίσταται ως «καινούριος άνθρωπος», «δημιουργημένος από τον Θεό», «αφομοιωμένος σε όλα με τον Υιό του Θεού». Θέωση σημαίνει και απάθεια και τελειότητα και πνευματική γνώση και αγάπη, και ολοκληρώτικη ακινησία ως προς το κακό και κάθαρση από κάθε πάθος.
Απάθεια, πάλιν, είναι η ολοκληρωτική απόθεση των νοημάτων και κινημάτων και θελημάτων του παλαιού ανθρώπου και η ζώσα ενσάρκωση του καινού ανθρώπου, του «εξ ουρανού», του οποίου την εικόνα, σαν ένδυμα, παρακινεί ο Παύλος να φορέσουμε. Απαθείς λέγονται όσοι, παρόντων των πραγμάτων, δηλαδή των αιτίων που κινούν τα πάθη και τις επιθυμίες, μένουν εντελώς ακίνητοι και προς αυτά και τις μνήμες τους. Ο άγιος Μάξιμος λέει ότι απαθής είναι εκείνος ο οποίος το παθητικό μέρος της ψυχής έστρεψε εξ ολοκλήρου προς τον Θεό, και αγνοεί τη διαφορά δικού και ξένου, πιστού και άπιστου, άνδρα και γυναίκας. Κατά δε τον άγιον Ισαάκ τον Σύρο, όρος της τελειότητας αυτής είναι η πλήρης —κατά Θεόν— αγάπη προς όλη την κτίση και η ακόρεστη δίψα να πάσχει κανείς και να θυσιάζεται υπέρ των συνανθρώπων του.
Θέωση, λοιπόν, είναι η τελειότητα, η συμμετοχή του ανθρώπου στη θεία αφθαρσία μ’ εκείνο που είπε ο Χριστός, ότι «εγώ και ο πατέρας μου θα έρθουμε σ’ αυτόν και θα κατοικήσουμε μαζί του»(Ιω. ιδ’ 23). Μια ωραία παρομοίωση, την οποία οι Πατέρες μας χρησιμοποιούσαν για να παρουσιάσουν την κατάσταση αυτή της κατά χάριν κοινωνίας του ανθρώπου με τις θείες ιδιότητες, είναι ο πυρακτωμένος σίδηρος, που ευρισκόμενος μέσα στη φωτιά δέχεται όλες τις ιδιότητές της, παραμένοντας όμως ο ίδιος ως προς τη φύση του, χωρίς να μεταβάλλεται. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο άνθρωπος, μεταμορφώνεται με τη Χάρη και μετέχει στην υπέρ φύσιν θεία κατάσταση, χωρίς η ανθρώπινη φύση του να μεταβάλλεται· μόνο που αποβάλλει τη δυσμορφία της φθοράς και του θανάτου. Κατά τον άγ. Μάξιμο, είναι έργο ηθικό (με την ορθόδοξη έννοια του ήθους), που επιτυγχάνεται με τη θ. Χάρη, και όχι μείωση ή μετάσταση της φύσεως.

Παρασκευή 12 Απριλίου 2019

Ξέχασαν οι Ολύμπιοι , πως ναί ο Θεός είναι θείος έρωτας...ενα μικρό αγγελάκι παιδί που θέλει τον κόσμο να βλέπει ερωτευμένο,σήμερα που του σχίσατε τα φτερά ...σας χαρίζω του Χριστού, τα αιματοβαμμένα ...που ενα με την Εκκλησία και το σώμα σου...ειναι νόμος , τάξη, Ορθοδοξία...

***
”Ο έρωτας είναι πάθος μιας ψυχής που είναι απερίσκεπτη, και γεννιέται από τα μάτια που βλέπουν, με περιέργεια και επιμονή. Ο έρωτας φανερώνεται σαν μια υπερβολική και αλόγιστη επιθυμία, που γεννιέται γρήγορα μέσα στην ψυχή, σβήνει όμως πολύ αργά και με μεγάλη δυσκολία.
Ο έρωτας, μια κι’ ανάψει σαν φλόγα μέσα στην καρδιά, την πυρώνει και την κατακαίει και δεν σβήνει εύκολα. Γιατί ζωντανεύει κι αναρριπίζεται απο την φαντασία, που φέρνει πάντα ολοζώντανο μπροστά του το είδωλο του αγαπημένου του προσώπου.
Γι αυτό άμα κυριέψει την ψυχή, την κάνει να απαρνηθεί και την τροφή ακόμη.
Ο έρωτας άμα βρει μια ψυχή αφρούρητη και τρυπώσει μέσα της την αιχμαλωτίζει και την καταδουλώνει. Και την κάνει να καταφρονά τα πάντα και μόνο γι αυτό να γνοιάζεται. Και πολλές αλόγιαστες ψυχές πέφτουν σε αληθινή τρέλα και μανία, επειδή η αχαλίνωτη φαντασία τους όλο και τροφοδοτεί την φλόγα του, και κάνει τον νου τους να παραλογιάζει. Σαν τύχει όμως να συναπαντήσει μια ψυχή λογική και καλοσυγκρατημένη, σβήνει η φλόγα του, προτού να κάνει ζημιά στο μυαλό. Γιατί μια τέτοια ψυχή αυτοκυριαρχείται. και δεν παραδίνεται στη φαντασία για να την σέρνει όπου θέλει.
Ο έρωτας κυριεύει τις ψυχές που είναι άδειες από τον έρωτα του Θεού, και είναι γεμάτες από ανία μέσα στη μοναξιά τους, γιατί η καρδιά του ανθρώπου είναι πλασμένη για να αγαπά, και δεν μπορεί να μένει αδιάφορη στην αγάπη, αν δεν προλάβει να την κυριεύσει ο θείος έρωτας. Γι αυτό ο έρωτας είναι ανήμπορος, μπροστά στις καρδιές που είναι συνερπαμένες από τον θείον έρωτα. Γιατί είναι ολόγιομες απ’ αυτόν, και δε μπορεί να βρει μέσα τους καμιά θέση.
Ο Πλούταρχος λέει για τον έρωτα, πως είναι θηρίο που έχει σουβλερά νύχια και δόντια, που μ’ αυτά κατασπαράζει την καρδιά, γιατί της ξυπνά τη ζηλοτυπία και τις υποψίες. Και να τι παθαίνουν όσοι είναι ερωτευμένοι, αγαπούνε και μισούνε μαζί. Και το ίδιο πρόσωπο που όταν είναι μακρυά το λαχταρούνε, όταν είναι κοντά τρεμοκαρδίζουν γι αυτό. Και μια το κολακεύουν, μια το βρίζουν. Από το ένα μέρος πεθαίνουν κυριολεκτικά γι αυτό, κι απο το άλλο το σκοτώνουν. Παρακαλούνε να σβήσει η φλόγα της αγάπης τους, κι αντίθετα τρέμουν μήπως παύσουνε να αγαπούνε. Θέλουν να εξουσιάζουν τον αγαπημένο τους, μα και να είναι σκλάβοι του. Γι αυτά όλα, το πάθος του έρωτα λογιάζεται σαν τρέλλα και σαν μανία.”
Άλλο είναι ο έρωτας και άλλο η σεξουαλικότητα για την εκκλησία. Ενοχοποιώντας όμως τον έρωτα, όσοι προβαίνουν σε μία τέτοια στάση, την ίδια στιγμή καταφέρνουν να δημιουργήσουν ανθρώπους με ανασφάλειες και απωθημένα. Ανθρώπους ανέραστους, φοβισμένους που θεωρούν τον έρωτα αμαρτωλό, ανίερο, βλάσφημο, διαβρωτικό στοιχείο του ύπαρξης του ανθρωπίνου προσώπου. Μάλιστα, ο Νίτσε έφτασε στο σημείο να πει, πως «ο χριστιανισμός έδωσε στον έρωτα να πιει δηλητήριο και ο έρωτας, αν και δεν πέθανε από αυτό, όμως εκφυλίστηκε σε ελάττωμα». Tα είπε αυτά, επειδή ο ιερός Αυγουστίνος, Θωμάς Ακινάτης και άλλοι δυτικοί θεολόγοι, φρόντισαν επιμελώς να ενοχοποιήσουν τον έρωτα και να τον στιγματίσουν. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα στην ορθόδοξη θεολογία.
Κι ενώ λοιπόν, από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, ο όρος «έρωτας» φόβιζε τους χριστιανούς, τον 5ο αιώνα ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης τους καθησύχαζε, λέγοντας τους «τό τοῦ ἔρωτος ὄνομα μή φοβηθῶμεν». Τί δηλώνει όμως το όνομα αυτό; Ο Μάξιμος Ομολογητής γράφει πως τον έρωτα, είτε τον πούμε θείο, είτε αγγελικό, είτε νοερό, είτε ψυχικό, είτε φυσικό, «ἑνωτικήν τινα καί συγκρατικήν ἐννοήσωμεν δύναμιν». Κι αυτό ισχύει και για τον θείο έρωτα, τον έρωτα δηλαδή που νιώθει ο άνθρωπος για τον Θεό, αλλά και για τον έρωτα που νιώθει ένας άνδρας για μία γυναίκα, και το αντίστροφο. Δύναμη που ενώνει και συγκρατεί, που συνέχει! Υπέροχοι λόγοι του Μαξίμου Ομολογητή.
Από την άλλη ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης αναφέρεται σε «εραστό» Θεό και ο Συμεών Νέος Θεολόγος σε «εραστή της ψυχής». Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, δεν λέει για τον Χριστό «η δική μου αγάπη σταυρώθηκε», αλλά «ο δικός μου έρωτας σταυρώθηκε»! Πρόκειται για την ανεπανάληπτη, κατεξοχήν συντριβή του οποιουδήποτε ηθικισμού που έχει δηλητηριάσει τις λέξεις και μένει πλέον να φέρει σε απολογία ακόμη και τον Χριστό, αν δεν το έχει κάνει ήδη.
Εκτός αυτών, υπάρχει κι ένας ασκητής της ερήμου, ο οποίος κάνει την έκπληξη. Ο Ιωάννης ο Σιναΐτης στο έργο του «Κλίμακα» προβαίνει σε έναν υπέροχο παραλληλισμό και προκειμένου να μας δείξει τη σχέση Θεού – ανθρώπου, χρησιμοποιεί εικόνες που προέρχονται από την ζωή του κόσμου και όχι της ερήμου. Γράφει: «Ο πραγματικός εραστής φέρνει πάντοτε στον νου του το πρόσωπο του αγαπημένου του και το εναγκαλίζεται μυστικά με ηδονή. Αυτός ποτέ, ούτε και στον ύπνο του δεν μπορεί να ησυχάσει, αλλά και εκεί βλέπει το ποθητό πρόσωπο και συνομιλεί μαζί του. Έτσι συμβαίνει στον σωματικό έρωτα. Έτσι συμβαίνει και σ’ αυτούς που αν και έχουν σώμα είναι ασώματοι (και ασκούν τον πνευματικό έρωτα)».
Κατόπιν όλων αυτών, πλανάται ακόμη ένα ερώτημα, που ψάχνει να βρει την απάντηση του. Γιατί ο έρωτας έχει ενοχοποιηθεί; Θα έλεγα, πως αυτό ωφείλεται στο γεγονός ότι ο έρωτας έχει ταυτιστεί με τη σεξουαλικότητα. Κι αφού η σεξουαλικότητα αποτελεί μία από τις μεταπτωτικές κληρονομιές του ανθρώπου, τότε ο έρωτας είναι αμαρτία. Αυτό το τελευταίο, το ότι ο έρωτας είναι αμαρτία, έχει καλλιεργηθεί επιμελώς και εξακολουθεί να καλλιεργείται και στις μέρες μας, είτε από άγνοια, είτε από ημιμάθεια, είτε από ισχυρή καταπίεση των ανθρώπινων συναισθημάτων.
Νωρίτερα, είδαμε πως ο άνθρωπος εκφράζεται ερωτικά προς τον Θεό. Η ορθοδοξία μάλιστα, κατά Γιανναρά, είναι μία «οδός ερωτική». Ο Θεός, όμως, έχει έρωτα προς τον άνθρωπο; Υπάρχουν θεολογικές φωνές που αρνούνται το γεγονός της ερωτικής έκφρασης που ο Θεός εκδηλώνει για τον άνθρωπο. Αυτό είναι μία καθαρά νεοπλατωνική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο έρωτας δηλώνει μία έλλειψη σαν όρος. Επομένως, μία τέτοια έλλειψη δεν υπάρχει περίπτωση να την έχει ο τέλειος Θεός. Αν άκουγε ο Πλωτίνος πως ο Θεός έχει έρωτα προς τον άνθρωπο, θα μας έλεγε τι είναι αυτά που λέτε, είστε με τα καλά σας;
Και σ’ αυτό το θέμα γινόμαστε νεοπλατωνικοί. Κι έρχεται η φωνή των Πατέρων. Ο Μάξιμος Ομολογητής σημειώνει πως «ὁ γάρ ἀγαθοεργός ἔρως ἐκίνησε το θεῖον εἰς πρόνοιαν, εἰς σύστασιν ἡμῶν». Ο έρωτας οδήγησε τον Θεό στη σύσταση μας! Για τον Μέγα Φώτιο, θείος έρωτας δεν είναι μόνο ο έρωτας του ανθρώπου για τον Θεό, αλλά και ο έρωτας του Θεού για τον άνθρωπο. Συγκεκριμένα, «αὐτός ἡμῶν ἠράσθη πρῶτος… Καί οὐκ ἠράσθη μόνον, ἀλλά καί ἠτιμάσθη ὑπέρ ἡμῶν, καί ἐρραπίσθη καί ἐσταυρώθη καί ἐν νεκροῖς ἐλογίσθη καί διά τούτων ἁπάντων τόν περί ἡμᾶς αὐτοῦ παρέστησεν ἔρωτα». Ο δε όσιος Νείλος ο ασκητής, θα μας πει πως ο Θεός είναι «ἐραστής μανικώτατος». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Ιωάννης Χρυσόστομος, αφού σύμφωνα με τους λόγους του «ο Θεός καταφθάνει ερωτευμένος για την ανθρώπινη φύση… για να μάθεις τον έρωτα του Νυμφίου».
Ο έρωτας δεν τρομοκράτησε τους Πατέρες. Οι Πατέρες είχαν ανοιχτό πνεύμα. Τόλμησαν. Πήραν την λέξη «έρωτας» και της έδωσαν περιεχόμενο οντολογικής και συνεκτικής εμβάθυνσης, η οποία ουσιωδώς πλέον ανάγει την καθολικότητα της στο πρόσωπο του Χριστού. Με τον τρόπο αυτό, κατάφεραν κάτι θεμελιώδες. Να δείξουν πως ο άνθρωπος έχει έρωτα προς τον Θεό, αλλά και ο Θεός έρωτα προς τον άνθρωπο. Έκφραση, πληρότητα έκφρασης, δέσιμο, δόσιμο που συγκρατεί τη σχέση αυτή, ένα συναίσθημα δηλαδή ξένο προς ψυχοφθόρα πάθη, αδυναμίες, ελλείψεις, ναρκισσισμό. Θα έλεγα, πως ο έρωτας αναδεικνύεται σε άγιο συναίσθημα μέσα στην εκκλησία. Είναι η ίδια στιγμή που κάποιες θεολογικές φωνές επιμένουν στη δαιμονοποίηση του. Έως πότε όμως ο έρωτας θα αποτελεί τον απαγορευμένο καρπό;

Μας ζητά ο Κύριος : Αγιοι γίνετε καγω Αγιος ειμι.

***
Τι σηµαίνει να είµαστε άγιοι;
Σηµαίνει να είµαστε ενωµένοι εν Χριστώ µε το Θεό, τον τέλειο
και άγιο. «Να είστε λοιπόν τέλειοι όπως ο Πατέρας σας ο ουράνιος
είναι τέλειος» (Μτ. 5,48), µας προστάζει ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του
Θεού. «Αυτό που θέλει ο Θεός είναι ο εξαγιασµός σας» (1 Θεσ. 4,3).
Γιατί ο Θεός θέλει την αγιοσύνη µας;
∆ιότι ο Θεός µάς έπλασε «κατ’ εικόνα και οµοίωσή του» (Γεν.
1,26), και γι’ αυτό µας λέει ο Θεός: «Να είστε άγιοι, επειδή εγώ είµαι
άγιος» (Λευ. 11,44). Η αγιοσύνη του Θεού είναι η αρχή, η πηγή κάθε
αγιοσύνης. Επιπλέον στο Βάπτισµα, Εκείνος µας κάνει µέτοχους της
θεϊκής του φύσεως, υιοθετώντας µας ως παιδιά του. Γι’ αυτό θέλει τα
παιδιά του να είναι άγιοι όπως Εκείνος είναι Άγιος.
Καλούµαστε όλοι στη χριστιανική αγιοσύνη;
Κάθε άνθρωπος καλείται στην αγιοσύνη, η οποία είναι «πληρότητα της χριστιανικής ζωής και τελειότητα της αγάπης, και πραγµατοποιείται µέσω της ενδόµυχης ενότητας µε το Χριστό, και εν αυτώ
µε την Αγιότατη Τριάδα. Η πορεία εξαγιασµού του χριστιανού, αφού
περάσει από το Σταυρό, θα ολοκληρωθεί κατά την τελική Ανάσταση
των δικαίων, κατά την οποία ο Θεός θα είναι τα πάντα στα πάντα»
(ΣΥΝΟΨΗ, αρ.428).
Πώς είναι δυνατό να γίνοµε άγιοι;
Ο χριστιανός είναι ήδη άγιος, δυνάµει του Βαπτίσµατος: η αγιοσύνη είναι άρρηκτα δεµένη µε την αξιοπρέπεια που χορηγεί σε
κάθε χριστιανό το Βάπτισµα. Με το νερό του Βαπτίσµατος πράγµατι
«λουστήκαµε (...), αγιαστήκαµε (...), δικαιωθήκαµε στο όνοµα του
Κυρίου Ιησού Χριστού και µέσα στο Πνεύµα του Θεού µας» (1Κορ.
6,11)· γίναµε στ’ αλήθεια παιδιά του Θεού και µέτοχοι της θεϊκής φύσεως, και γι’ αυτό πραγµατικά άγιοι.
Και ακριβώς επειδή είµαστε άγιοι µυστηριακά (=οντολογικά:
δηλαδή µε το να είµαστε χριστιανοί), είναι ανάγκη να γίνοµε άγιοι και
ηθικά, δηλαδή στον τρόπο µε τον οποίο σκεπτόµαστε, µιλάµε, ενεργούµε κάθε µέρα, σε κάθε στιγµή της ζωής µας. Μας προτρέπει ο
Απόστολος Παύλος να ζούµε «καθώς πρέπει σε αγίους» (Εφ. 5,3),
να ντυθούµε «όπως αρµόζει σε εκλεκτούς του Θεού, αγίους και αγαπηµένους, µε αισθήµατα ευσπλαχνίας, καλοσύνης, ταπεινοφροσύνης, γλυκύτητας και υποµονής» (Κολ. 3,12).
Οφείλοµε µε τη βοήθεια του Θεού, να διατηρούµε, να φανερώνοµε και να τελειοποιούµε µε τη ζωή µας την αγιοσύνη που λάβαµε κατά το Βάπτισµα: «Γίνε αυτό που είσαι»! Αυτή είναι η δέσµευση
του καθενός.
Αυτή τη δέσµευση µπορούµε να την πραγµατοποιήσοµε, µιµούµενοι τον Ιησού Χριστό: οδό, αλήθεια και ζωή· πρότυπο, αυτουργό και τελειωτή κάθε αγιοσύνης. Εκείνος είναι η οδός της αγιοσύνης.
Καλούµαστε λοιπόν να ακολουθήσοµε το παράδειγµά του και να γίνοµε σύµµορφοι προς την εικόνα Του, σε όλα υπάκουοι, όπως Εκείνος, στο θέληµα του Πατέρα· και να έχοµε τα ίδια αισθήµατα του Ιησού Χριστού, ο οποίος «κένωσε τον εαυτό του παίρνοντας τη µορφή
δούλου (...), υπακούοντας µέχρι θανάτου» (Φιλ. 2,7-8) και για µας
«από πλούσιος που ήταν, έγινε φτωχός» (2 Κορ. 8,9).
Η µίµηση του Χριστού, και εποµένως το να γίνοµε άγιοι, είναι
κατορθωτά από την παρουσία σ’ εµάς του Αγίου Πνεύµατος, που
είναι η ψυχή της πολύµορφης αγιοσύνης της Εκκλησίας και κάθε
χριστιανού. Είναι πράγµατι το Άγιο Πνεύµα, εκείνος που µας κινεί
εσωτερικά να αγαπάµε το Θεό µε όλη την καρδιά µας, µε όλη την
ψυχή µας, µε όλο το νου µας, µε όλες τις δυνάµεις µας (βλ. Μκ.
12,30), και να αγαπάµε ο ένας τον άλλο όπως µας αγάπησε ο Χριστός (βλ. Ιω. 13,34)
αμην.
( απο την χρυση κιβοτο των Αγιων Πατερων),

«Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ ἀγαπᾶ καὶ ὅ,τι ἀγαπᾶ ὁ Θεός».

***

Ὁ Θεῖος ἔρως κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο

Ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολὴ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ δεύτερη ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν Θεὸ καὶ νὰ μὴν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸν πλησίον του, ἀλλὰ οὔτε νὰ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον καὶ νὰ ἀγνοῆ τὸν Θεό. Ἡ ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν κατακόρυφη διάσταση πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν ὁριζόντια μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς ἀνθρώπους δὲν προέρχεται ἀπὸ κάποια κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ ἰδεολογία καὶ ἀπὸ ἕναν οὐμανιστικὸ ἀλτρουϊσμό, ἀλλὰ εἶναι ἔκφραση τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν αἴσθηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
. Μεγάλη σημασία στὴν Χριστιανικὴ ζωὴ ἔχει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό.Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ ἀγαπᾶ καὶ ὅ,τι ἀγαπᾶ ὁ Θεός. Αὐτὴν τὴν ἀγάπη οἱ ἅγιοι Πατέρες τὴν ὀνομάζουν ἔρωτα, καί, γιὰ νὰ τὸν ἀντιδιαστείλουν ἀπὸ κάθε ἄλλο ψευδῆ ἔρωτα, κάνουν λόγο γιὰ θεῖο ἔρωτα. Σὲ αὐτὸν τὸν θεῖο ἔρωτα ἀναφέρεται πολλὲς φορὲς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καὶ παρουσιάζει διάφορα χαρακτηριστικά του. Θὰ γίνη μιὰ μικρὴ ἀναφορὰ σὲ αὐτὸ τὸ θέμα γιὰ νὰ φανῆ καὶ ἐδῶ ὁ συνδυασμὸς μεταξὺ νηπτικότητας καὶ κοινωνικότητας ποὺ παρητηρεῖται στὴν διδασκαλία του.
. Κατ᾽ ἀρχὰς ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ χαρακτηριστικὰ χωρία του εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἀναφέρεται στὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Θέτει στὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ νὰ λέγη στὸν ἄνθρωπο: «ἐγὼ πατήρ, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφή, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ρίζα, ἐγὼ θεμέλιος, πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ· μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς…. ἐγὼ καὶ φίλος, καὶ μέλος, καὶ κεφαλή, καὶ ἀδελφός, καὶ ἀδελφή, καὶ μήτηρ, πάντα ἐγώ, μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σὲ καὶ ἀλήτης διὰ σέ, ἐπὶ σταυροῦ διὰ σέ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ, ἄνω ὑπέρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί, κάτω ὑπερ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σύ, καὶ ἀδελφός, καὶ συγκληρονόμος, καὶ φίλος, καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις;».
. Σὲ κάποια ἄλλη ὁμιλία του, μιλώντας γιὰ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς συνάψη μαζί Του, χρησιμοποιεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐραστοῦ καὶ ὀνομάζει τὸν Θεὸ ἐραστή. Ὁ Θεὸς ὁμοιάζει «καθάπερ τις ἐραστὴς σφοδρός, μᾶλλον δὲ παντὸς ἐραστοῦ σφοδρότερος ὤν». Ὁ Χριστιανὸς ποὺ ἀποκτᾶ αὐτὴν τὴν αἴσθηση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπᾶ περισσότερο τὸν Θεὸ καὶ αὐτὴ ἡ ἀγάπη λέγεται ἔρως.
. Στὶς ὁμιλίες του κάνει λόγο γιὰ τὸν ἔρωτα στὰ ἀνθρώπινα πράγματα καὶ πολλὲς φορὲς τὸν συγκρίνει καὶ τὸν ἀντιπαραβάλλει μὲ τὸν θεῖο ἔρωτα, τὸν ἔρωτα πρὸς τὸν Θεό.
διό Θεός είναι ο άνθρωπος εν πενυμα Ιερό.

Αντίδωρο αγάπης

Ο Θεός ας πλημμυρίσει την καρδιά σας με την καλοσύνη Του και την πολλή Του αγάπη, μέχρι να παλαβώσετε, για να φύγει ο νους σας πια από την γη και να βρίσκεται από τώρα κοντά Του στον Ουρανό.
Να τρελαθείτε από την θεία τρέλα της αγάπης του Θεού! Να κάψει ό Θεός με την αγάπη Του τις καρδιές σας!.»
Η αρετή της αγάπης κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας
Η αδαμάντινης αξίας αρετή, ή αγάπη, είναι το απόσταγμα των θείων λόγων των Πατέρων της Εκκλησίας μας. Ή θέρμη και ή εκφραστική δεινότητα τους για τη γνήσια, απερίσπαστη και άπειρη αγάπη δεν μπορούν παρά να συγκινήσουν κάθε αγνή και πιστή χριστιανική ψυχή.
Ό άνθρωπος στην πορεία προς την τελείωση πρέπει να έχει συνοδοιπόρο του την ανόθευτη αγάπη προς τον πλησίον του αλλά κυρίως προς τον Τριαδικό Θεό, προκειμένου να ίκανωθεί της εισόδου του στην ουράνια βασιλεία. Ή βαθιά αυτή πεποίθηση διακα­τέχει έντονα όλα τα έργα των Πατέρων κι αποτελεί το εναρκτήριο λά­κτισμα του εγχειρήματος μας.
Ό χριστιανικός ορός αγάπη δηλώνει τη διάθεση του πιστού να προσφέρει ανιδιοτελώς και χωρίς υστεροβουλία τον εαυτό του προς χάριν του συνανθρώπου. Στά προ Χρίστου χρόνια ό άνθρωπος κα­τευθυνόταν προς τα ορατά καί τα επίγεια ή προς αφηρημένες έννοι­ες καί ιδέες, μετά την ενανθρώπηση όμως ή λέξη αγάπη λάμπρυνε κσί μεταμόρφωσε τον ανθρώπινο βίο σε διαδρομή ευχαριστίας καί δοξολογίας με τελικό σταθμό την ένωση μας με τον Αιώνιο Θεό.
ΑΓΑΠΗ,ΤΟ ΕΙΣΗΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ
Ό άγιος Μάξιμος ό Όμολογητής με τους αφιερωμένους στην ύψίστη αρετή της αγάπης Λόγους του, αναλύει διεξοδικώς όλες τις πτυ­χές της σπουδαιότερας των αρετών, επιδιώκοντας να τις καταστήσει κτήμα των ανθρώπων, ούτως ώστε να οπλιστούν με υπομονή καί καρτεροψυχία καί να δυνηθούν να πορευθούν στον δυσκολοδίάβατο δρό­
μο των αρετών, με αποτέλεσμα να κερδίσουν την ουράνια βασιλεία καί μακαριότητα.
Ό Όμολογητής τονίζει: «Μη καταφρόνησης της εντολής της αγάπης, ότι δι' αυτής υιός Θεού έση, ην παραβαίνων, υιός γεέννης εύρεθήση».
Συνεπώς, όλος ό ασκητικός βίος έχει ως βάση του την τήρηση της ανιδιοτελούς αγάπης προς το Θεό, αλλά καί προς τον πλησίον. «Αύτη έστίν η θύρα, δι' ης ό εισερχόμενος εις τα άγια γίνεται των αγίων καί του απροσίτου κάλλους της αγίας καί βασιλικής Τριάδος καθίσταται άξιος θεατής γενέσθαι», μας λέγει ό θείος Μάξιμος. Είναι δηλαδή το εισιτήριο για να εισέλθουμε στην ουράνια πύλη της αιώνιας βασιλείας.
0 πάνσοφος Πατήρ προσπαθώντας να δώσει τον ορισμό της κορυφαίας των αρετών λέγει: «Αγάπη μεν εστίν, διάθεσις ψυχής αγαθή, καθ' ην ουδέν των όντων, της του θεού γνώσεως προτιμά». Ενώ σε άλλο σημείο παρουσιάζει την αγάπη να έχει φτερά με τα όποια ό νους αξιώνεται να λάβει τη θεία χάρη.
ΑΓΑΠΗ,ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ
Ή αγάπη είναι ή αρετή πού έχει υμνηθεί περισσότερο από κάθε άλλη. Υπό του Θεοδώρου Εδέσσης ή αγάπη καλείται «μητρόπολις τών αρετών», για το Συμεών το Νέο Θεολόγο ή αγάπη είναι «των προφητών ή διδάσκαλος, των αποστόλων ή σύνδρομος, των μαρτύρων ή δύναμις, των Πατέρων καί Διδασκάλων ή έμπνευσις», ενώ για τον Ιω­άννη της Κλίμακας «ή αγάπη είναι χορηγός της προφητείας, παρέχουσα θαύματα· ή αγάπη είναι άβυσσος της έλλάμψεως, ή αγάπη είναι πηγή του πυρός, όσο αναβλύζει, τόσο τον διψώντα καταφλέγει ή άγάπη είναι ή κατάσταοις των αγγέλων ή αγάπη είναι ή αιώνιος προκοπή».
0 Μ. Βασίλειος ταυτίζει την αγάπη με το Θεό λέγοντας: «ώσπερ ούν ό την άγάπην έχων, τον Θεόν έχει», ενώ ό Ιωάννης ό Χρυσόστομος θέλοντας να τονίσει την αξία της λέγει: «ουδέν αγά­πης ίσον».
Ή αγάπη είναι το θεμέλιο πάνω στο όποιο χτίζεται το οικο­δόμημα του χριστιανισμού. Για χάρη της ό Λόγος έγινε σάρκα καί κατοίκησε σ' εμάς. Ό άγιος Συμεών περιγράφει πολύ πα­ραστατικά ότι για την αγάπη οι Απόστολοι έτρεξαν εκείνον τον ακατάπαυστο δρόμο, έσαγήνευσαν όλη την οικουμένη με το αγκίστρι καί τη σαγήνη του λόγου, την έσήκωσαν από το βυθό της είδωλομανίας καί την οδήγησαν στον σωτήριο λιμένα της βασιλείας των ουρανών. Για χάρη της έχυσαν τα αίματα τους οί μάρτυρες, ώστε να μη χάσουν το Χριστό. Γι αυτήν έδωσαν προθύμως τη ζωή τους οί θεοφόροι Πατέρες μας καί Διδάσκα­λοι της οικουμένης, υπέρ της καθολικής καί αποστολικής Εκκλησίας.
ΑΓΑΠΗ, ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ
Ό ίδιος ό Ιησούς Χριστός με τη ζωή Του πάσχισε να διδά­ξει τη βασίλισσα των αρετών στους ανθρώπους. Με τα παρα­δείγματα Του, τα θαύματα καί τίς παραβολές Του, προσπα­θούσε να δείξει ότι τα πάντα είναι ή αγάπη καί ότι μόνο με αυτήν μπορεί ό κτιστός άνθρωπος να ανέλθει στα ϋψη της πνευματικότητας. Όταν ή αγάπη κατακλύζει τον πιστό τότε περιαυγάζεται το πρόσωπο του υπό του θείου φωτός καί βιώ­νει τη θεία δόξα καί μακαριότητα. Ή δύναμη της αγάπης είναι ικανή να αναγεννήσει το χριστιανό καί να διανοίξει την οδό προς την τελείωση του καί την ένωση του με τον πανάγαθο Δη­μιουργό.
Ό Μ. Βασίλειος τονίζει ότι ή αγάπη δεν διδάσκεται, αλλά κάποιος σπερματικός λόγος έχει εγκατασταθεί μέσα μας για να υπάρχουν οί αφορμές της προσεγγίσεως με τον αγαθό Θεό.
Ό Συμεών ό Νέος Θεολόγος πλέκει το εγκώμιο της αγάπης λέγοντας: «Ώ αγάπη πολυπόθητη, μακάριος είναι όποιος σε ασπάσθηκε, διότι στο εξής δεν θα επιθυμήσει πλέον να ασπα­σθεί περιπαθώς κάλλος γήινου πράγματος. Μακάριος είναι όποιος συσφίχθηκε μαζί σου από θείο έρωτα· διότι θ' αρνηθεί όλο τον κόσμο καί δεν θα μολυνθεί καθόλου πλησιάζοντας οποιονδήποτε άνθρωπο».
Το τέλος όλων των αγαθών είναι ή αγάπη, επειδή οδηγεί καί φέρνει εκείνους πού πορεύονται μέσα σ' αυτήν προς το Θεό. Ή τήρηση των θείων εντολών πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα για τον άνθρωπο πού επιθυμεί να αποκτήσει την αγά­πη στην καρδιά του.
Ό Συμεών υποστηρίζει πώς την αγάπη του Θεού δεν μπο­ρεί να έγγίσει ποτέ κανένας άνθρωπος, αν δεν καθαρίσει πρω­τύτερα την καρδιά του με μετάνοια καί άφθονα δάκρυα. Όταν ό άνθρωπος, πού έχει απερίσπαστα προσκολλημένο το μυαλό του στο Θεό ζει με τον έρωτα της αγάπης προς τον Κύριο, τό­τε δεν αισθάνεται ούτε τον εαυτό του ούτε καί κανένα από τα πράγματα του κόσμου πλήρως.
Ό Μάξιμος εξαίρει το νου του ανθρώπου, πού με την πο­λυχρόνια συμμετοχή του στη θεία έλλαμψη, αφού υπέταξε το παθητικό μέρος της ψυχής του καί έγινε φωτοειδής, μετα-στράφηκε σε ατελείωτο θείο έρωτα καί ακατάπαυστη αγάπη, με συνέπεια να μεταφερθεί εξ ολοκλήρου από τα επίγεια προς το θείο.
Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται διηνεκής καί ακατά­βλητος αγώνας, νέκρωση του νου από τα πράγματα του κό­σμου καί τους εμπαθείς λογισμούς, αδιάλειπτη προσευχή, κα­θαρή καρδιά, άσκηση, διότι μόνο σε αυτήν την κατάσταση ή ψυ­χή ανακόπτεται από των αμαρτιών καί προετοιμάζεται για το θείο φωτισμό. Επομένως είναι επώδυνος ή οδός πού οδηγεί στην απόκτηση της αγίας αγάπης.
Ό αμαρτωλός καί επιρρε­πής προς τον πειρασμό άνθρωπος πρέπει να σπάσει τα δεσμά της αμαρτίας πού τον κρατούν υπόδουλο των εφήμερων κι ανούσιων πραγμάτων καί να αντιτάξει υψηλό ηθικό φρόνημα προκειμένου να απελευθερωθεί από τα πάθη της ψυχής του. Ό αγώνας του σίγουρα είναι δύσκολος, μα αν ή καρδιά του διψά για το αθάνατο ύδωρ της λύτρωσης, τότε σίγουρα οί προ­σπάθειες του θα καρποφορήσουν καρπούς υγιείς καί σωτήρι­ους.
ΑΓΑΠΗ, ΑΛΗΘΙΝΗ ΚΑΙ ΘΕΙΑ
Όταν ό νους καί ή καρδιά του ανθρώπου νοιώθουν έρωτα για το Θεό, μόνο τότε δύναται ό άνθρωπος να αποκτήσει την αληθινή καί θεία αγάπη. Σχετικά με το θείο έρωτα ό Ιωάννης ό Σιναίτης, για να τονίσει τη σπουδαιότητα του, κάνει τον έξης παραλληλισμό: «Μακάριος όστις τοιούτον προς Θεόν έκτήσα-το έρωτα, οίον μανικός εραστής προς την εαυτού ερωμενην κέκτηται»
Ή φλόγα της αγάπης δυναμώνει όσο περισσότερο εγγί­ζουμε το Θεό, ώστε το τέλος της γήινης ζωής, ή ψυχή πού ενα­γωνίως κι επιμόνως ποθούσε τη λύτρωση, θα διατηρήσει καί στη μεταθανάτιο ζωή τη ζέση της αγάπης προς τον Κύριο.Ή αληθινή αγάπη πρέπει να είναι αγαθή καί ενάρετη, πρέ­πει να είναι το αποτέλεσμα ενός συνεχούς καί ακαταπαύστου αγώνα, απαλλαγμένη από τα αγκάθια καί τα προσκόμματα των υλικών πραγμάτων, με στόχο τη νέκρωση του παθητικού μέ­ρους της ψυχής καί την αναγωγή της στα ουράνια σκηνώματα της αιωνίου βασιλείας.
Το κάλεσμα των Πατέρων της Εκκλησίας μας προς αγώνα επίπονο καί επίμονο πρέπει να αντηχεί σαν χαρμόσυνη σάλ­πιγγα, πού ευαγγελίζεται το θείο γέρας της αγάπης προς το
Θεό. Ή νέκρωση των αισθήσεων σηματοδοτεί την ανάσταση του πνεύματος καί θριαμβευτικά διανοίγει τη θύρα της αιωνίου ενώσεως με τον Τριαδικό Θεό. Ή απάθεια για τα εγκόσμια δη­λώνει το πάθος για τα ουράνια καί ή δύναμη του κακού κατα­λύεται άπ' την ισχύ της αγάπης. Πόσο μεστός είναι αναμφι­σβήτητα ό λόγος τους καί με πόση πληρότητα εφοδιάζει τίς καρδιές όλων εμάς, πού με ειλικρινή αγωνία καί προσμονή πο­ρευόμαστε την οδό της «Ορθοδοξίας! Αναθερμαίνει τίς ψυχές μας καί μένει ακλόνητος στύλος της πίστης μας, ή ακέραιη καί πέρα πάσης κοσμικής μολύνσεως προσωπικότητα των αγίων Πατέρων. Καλούμαστε να κάνουμε τίς προτροπές τους πράξη καί να έχουμε ως φωτοδότη του βίου μας το θείο έρωτα καί την αγάπη.

Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός και Σώμα εμείς οι άνθρωποι οι Χριστιανοί.

***
Λέγει ο Απόστολος Παύλος:
" Αυτός εστίν η κεφαλή του Σώματος της Εκκλησίας ".
Η Εκκλησία και ο Χριστός είναι Ενα.
Το Σώμα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την κεφαλή του.
Το Σώμα της Εκκλησίας τρέφεται,αγιάζεται,ζει με τον Χριστό.
Αυτός είναι ο Κύριος,ο Παντοδύναμος,ο Παντογνώστης,ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών,ο στηριγμός μας,ο φίλος μας,ο αδελφός μας.
Ο στύλος και το εδραίωμα της Εκκλησίας.
Αυτός είναι το Α και το Ω,η αρχή και το τέλος,οι βάσεις,το παν.
Χωρίς Χριστό Εκκλησία δεν υπάρχει.
Νυμφίος ο Χριστός* Νύμφη η κάθε μια ψυχή.
Ο Χριστός ένωσε το Σώμα της Εκκλησίας με τον ουρανό και την γη.
Με τους αγγέλους,τους ανθρώπους και όλα τα δημιουργήματα,με όλη την κτίση του Θεού,με τα ζώα και τα πουλιά,με κάθε μικρό αγριολούλουδο,με κάθε μικρό έντομο.
Έγινε έτσι η Εκκλησία "πλήρωμα του τα πάντα εν πάση πληρωμένου",δηλαδή του Χριστού.
Όλα εν Χριστώ και συν Χριστώ,μέσα και μαζί με τον Χριστό.
Αυτό είναι το Μυστήριο της Εκκλησίας.
Ο Χριστός φανερώνεται μέσα στην ενότητα την μεταξύ μας και στην αγάπη Του,την Εκκλησία.
Εκκλησία δεν είμαι μόνο εγώ αλλά μαζί και εσείς.
Εκκλησία είμαστε όλοι.
Μέσα στην Εκκλησία όλοι ενσωματώνονται.
Είμαστε όλοι Ένα και ο Χριστός κεφαλή.
Ένα Σώμα,Σώμα Χριστού "υμείς δέ εστέ σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους".
Έίμαστε όλοι Ένα γιατί ο Θεός είναι Πατέρας μας και είναι παντού.
Αυτό καλούμαστε όλοι μαζί να ζήσουμε μέσα στην Εκκλησία,αυτή είναι η ευχή του Κυρίου μας στην αρχιερατική του προσευχή, "ίνα ώσιν έν" για όλα τα μέλη της Εκκλησίας.
Δι'αυτό εδώ ζητούμε το πνεύμα της Χάριτος ώστε να ζούμε την χαρά της ενότητας,της αγάπης και γινόμαστε ένα με όλους.
Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα!
Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία.
Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας,με τις χαρές και τις λύπες όλων.
Να τους νιώθουμε δικούς μας,να προσευχόμαστε για όλους,να νοιαζόμαστε για την σωτηρία τους,να ξεχνάμε τους εαυτούς μας.
Να κάνουμε το παν γι'αυτούς όπως ο Χριστός για μας.
Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο και πονεμένο και αμαρτωλό.
Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του,χωρίς να σωθούν και οι άλλοι.
Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του,για να σωθεί ο ίδιος.
Τους άλλους πρέπει να αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μή χαθεί κανείς,να μπουν όλοι στην Εκκλησία.
Αυτό έχει αξία.
Και με αυτή την επιθυμία πρέπει να φεύγει κανείς από τον κόσμο,χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών.
Όταν ξεχωρίζουμε τον εαυτό μας δεν είμαστε χριστιανοί.
Αληθινοί χριστιανοί είμαστε,όταν αισθανόμαστε βαθιά ότι είμαστε μέλη του Μυστικού Σώματος του Χριστού της Εκκλησίας,με μια συνεχή σχέση αγάπης* όταν ζούμε ενωμένοι εν Χριστώ,όταν ζούμε την ενότητα μέσα στην Εκκλησία Του με το αίσθημα του ενός.
Για αυτό ο Χριστός προσεύχεται στον Πατέρα Του λέγοντας "ίνα ώσιν εν".
Το λέει και το ξαναλέει,και οι Απόστολοι παντού το τονίζουν.
Αυτό είναι το μεγαλύτερο βάθος,η μεγαλύτερη έννοια που έχει η Εκκλησία.
Εκεί βρίσκεται το Μυστήριο,να ενωθούν όλοι σαν ένας άνθρωπος εν Θεώ.
Αυτό είναι και το θέλημα του Χριστού μας που μας λέει ότι έτσι πρέπει να γίνουμε,να είμαστε δικοί Του.
Αυτή είναι η Εκκλησία του ιδρυτή της, η Εκκλησία του Τριαδικού Θεου που κατοικεί πάν το πλήρωμα της Θεότητος. που μας συμπεριέλαβε μεσα στα σπλαχνα της Ευλογημένης Αγάπης Του.

Η αγάπη είναι καρπός προσευχής

***
Η αγάπη αρχίζει από τη θέα της (κατά την προσευχή) και οδηγεί το νου αχόρταγα στον πόθο της, όταν ο άνθρωπος κάνει υπομονή στην προσευχή χωρίς αμέλεια («ακηδία»)˙ οπότε μόνο προσεύχεται μέσα σε σιωπηλά ενθυμήματα της διάνοιας με θεϊκή πύρωση και θέρμη. (272).
Η αγάπη του Θεού έρχεται μέσα μας από τη συνομιλία μαζί του.
Η αγάπη του Θεού είναι παράδεισος.
1 Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Μέσα σ’ αυτήν υπάρχει η τρυφή όλων των μακαρισμών. Σ’ αυτόν τον παράδεισο ο μακάριος Παύλος τράφηκε με υπερφυσική τροφή. Και αφού γεύθηκε εκεί το ξύλο της ζωής, έκραξε λέγοντας: «αυτά που μάτι δεν τα είδε, ούτε αυτί τα άκουσε, κι ούτε που τα έβαλε ο λογισμός του ανθρώπους, όσα ετοίμασε ο Θεός για εκείνους που τον αγαπούν» (1 Κορ. 2, 9). Από αυτό το ξύλο της ζωής εμποδίστηκε ο Αδάμ με τη συμβουλή του διαβόλου.
Το ξύλο της ζωής είναι η αγάπη του Θεού, από την οποία εξέπεσε ο Αδάμ και δεν μπόρεσε πιανα χαρεί, παρά δούλευε και έχυνε τον ιδρώτα του στη γη των αγκαθιών. Όσοι στερήθηκαν την αγάπη του Θεού δηλ. τον παράδεισο, τρώνε με την εργασία τους, μέσα στ’ αγκάθια, το ψωμί του ιδρώτα, και αν ακόμη βαδίζουν στον ίσιο δρόμο των αρετών. Είναι το ψωμί που επέτρεψε ο Θεός στον πρωτόπλαστο να φάει μετά την έκπτωσή του. Μέχρι να βρούμε λοιπόν την αγάπη, η εργασία μας είναι στη γη των αγκαθιών και μέσα σ’ αυτά σπέρνουμε και θερίζουμε, κι ας είναι ο σπόρος μας σπόρος δικαιοσύνης. Συνέχεια, λοιπόν μας κεντάνε τα αγκάθια και, όσο και να δικαιωθούμε, ζούμε μέσα σ’ αυτά με τον ιδρώτα του προσώπου μας.
Όταν όμως μέσα στον έμπονο και δίκαιο αγώνα μας, βρούμε την αγάπη του Θεού, τρεφόμαστε με ουράνιο άρτο και δυναμώνουμε, χωρίς να εργαζόμαστε με αγωνία και χωρίς να κουραζόμαστε, όπως οι χωρίς αγάπη άνθρωποι. Ο ουράνιος άρτος είναι ο Χριστός, που ήρθε κάτω σε μας από τον ουρανό και δίνει στον κόσμο την αιώνια ζωή. Και αυτή η ζωή είναι η τροφή των αγγέλων.
Όποιος βρήκε την αγάπη, κάθε μέρα και ώρα τρώγει το Χριστό κι από αυτό γίνεται αθάνατος (Ιω. 6, 58). Διότι «ο τρώγων – λέει – από τον άρτο που εγώ θα του δώσω, ποτέ (¨εις τον αιώνα¨) δε θα πεθάνει». Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος που τρώγει από τον άρτο της αγάπης, που είναι ο Ιησούς. Ότι, βέβαια, αυτός που τρώγει από την αγάπη, τρώγει το Χριστό, το Θεό των πάντων, το μαρτυρεί ο απόστολος Ιωάννης, όταν λέει ότι «ο Θεός είναι αγάπη» (1 Ιω. 4, 8). Λοιπόν όποιος ζει στην αγάπη, λαμβάνει από το Θεό ως καρπό τη ζωή, και σ’ αυτό τον κόσμο οσφραίνεται από τώρα εκείνο τον αέρα της ανάστασης, στον οποίο εντρυφούν οι κοιμηθέντες δίκαιοι.
Από το βιβλίο: Ανθολόγιο από την ασκητική εμπειρία του Αγίου Ισαάκ του Σύρου.
***
Κύριε,
Κάνε με ὄργανο τῆς εἰρήνης.
Κάνε στὴ θέση τοῦ μίσους, νὰ βάζω τὴν ἀγάπη.
Στὴ θέση τῆς ὕβρης, νὰ βάζω τὴν συγγνώμη.
Στὴ θέση τῆς πλάνης, νὰ βάζω τὴν πίστη.
Στὴ θέση τῆς διχόνοιας, νὰ βάζω τὴν ἕνωση.
Στὴ θέση τῆς ἀπελπισίας, νὰ βάζω τὴν ἐλπίδα.
Στὴ θέση τῆς λύπης, νὰ δίνω τὴ χαρά.
Κύριε,
Κάνε νὰ μὴ ζητῶ τόσο νὰ παρηγορηθῶ, ὅσο νὰ παρηγορῶ.
Νὰ μὴ ζητῶ τόσο νὰ ἀγαποῦμαι, ὅσο νὰ ἀγαπῶ.
Γιατὶ ὅταν δίνουμε λαβαίνουμε.
Ὅταν λησμονοῦμε τὸν ἑαυτό μας, τὸν ξαναβρίσκουμε.
Ὅταν συγχωροῦμε λαβαίνουμε τὴν ἄφεση.
Ὅταν ἀποθνῄσκουμε, βρίσκουμε τὴν αἰώνια ζωή.