- Ο Εχων φόβο ούκ εγνων τον Θεό.
Translate
Τρίτη 23 Απριλίου 2019
Ο Εχων φόβο ούκ εγνων τον Θεό
Παρασκευή 12 Απριλίου 2019
Ξέχασαν οι Ολύμπιοι , πως ναί ο Θεός είναι θείος έρωτας...ενα μικρό αγγελάκι παιδί που θέλει τον κόσμο να βλέπει ερωτευμένο,σήμερα που του σχίσατε τα φτερά ...σας χαρίζω του Χριστού, τα αιματοβαμμένα ...που ενα με την Εκκλησία και το σώμα σου...ειναι νόμος , τάξη, Ορθοδοξία...
Ο έρωτας, μια κι’ ανάψει σαν φλόγα μέσα στην καρδιά, την πυρώνει και την κατακαίει και δεν σβήνει εύκολα. Γιατί ζωντανεύει κι αναρριπίζεται απο την φαντασία, που φέρνει πάντα ολοζώντανο μπροστά του το είδωλο του αγαπημένου του προσώπου.
Γι αυτό άμα κυριέψει την ψυχή, την κάνει να απαρνηθεί και την τροφή ακόμη.
Ο έρωτας άμα βρει μια ψυχή αφρούρητη και τρυπώσει μέσα της την αιχμαλωτίζει και την καταδουλώνει. Και την κάνει να καταφρονά τα πάντα και μόνο γι αυτό να γνοιάζεται. Και πολλές αλόγιαστες ψυχές πέφτουν σε αληθινή τρέλα και μανία, επειδή η αχαλίνωτη φαντασία τους όλο και τροφοδοτεί την φλόγα του, και κάνει τον νου τους να παραλογιάζει. Σαν τύχει όμως να συναπαντήσει μια ψυχή λογική και καλοσυγκρατημένη, σβήνει η φλόγα του, προτού να κάνει ζημιά στο μυαλό. Γιατί μια τέτοια ψυχή αυτοκυριαρχείται. και δεν παραδίνεται στη φαντασία για να την σέρνει όπου θέλει.
Ο έρωτας κυριεύει τις ψυχές που είναι άδειες από τον έρωτα του Θεού, και είναι γεμάτες από ανία μέσα στη μοναξιά τους, γιατί η καρδιά του ανθρώπου είναι πλασμένη για να αγαπά, και δεν μπορεί να μένει αδιάφορη στην αγάπη, αν δεν προλάβει να την κυριεύσει ο θείος έρωτας. Γι αυτό ο έρωτας είναι ανήμπορος, μπροστά στις καρδιές που είναι συνερπαμένες από τον θείον έρωτα. Γιατί είναι ολόγιομες απ’ αυτόν, και δε μπορεί να βρει μέσα τους καμιά θέση.
Ο Πλούταρχος λέει για τον έρωτα, πως είναι θηρίο που έχει σουβλερά νύχια και δόντια, που μ’ αυτά κατασπαράζει την καρδιά, γιατί της ξυπνά τη ζηλοτυπία και τις υποψίες. Και να τι παθαίνουν όσοι είναι ερωτευμένοι, αγαπούνε και μισούνε μαζί. Και το ίδιο πρόσωπο που όταν είναι μακρυά το λαχταρούνε, όταν είναι κοντά τρεμοκαρδίζουν γι αυτό. Και μια το κολακεύουν, μια το βρίζουν. Από το ένα μέρος πεθαίνουν κυριολεκτικά γι αυτό, κι απο το άλλο το σκοτώνουν. Παρακαλούνε να σβήσει η φλόγα της αγάπης τους, κι αντίθετα τρέμουν μήπως παύσουνε να αγαπούνε. Θέλουν να εξουσιάζουν τον αγαπημένο τους, μα και να είναι σκλάβοι του. Γι αυτά όλα, το πάθος του έρωτα λογιάζεται σαν τρέλλα και σαν μανία.”
Μας ζητά ο Κύριος : Αγιοι γίνετε καγω Αγιος ειμι.
Σηµαίνει να είµαστε ενωµένοι εν Χριστώ µε το Θεό, τον τέλειο
και άγιο. «Να είστε λοιπόν τέλειοι όπως ο Πατέρας σας ο ουράνιος
είναι τέλειος» (Μτ. 5,48), µας προστάζει ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του
Θεού. «Αυτό που θέλει ο Θεός είναι ο εξαγιασµός σας» (1 Θεσ. 4,3).
Γιατί ο Θεός θέλει την αγιοσύνη µας;
∆ιότι ο Θεός µάς έπλασε «κατ’ εικόνα και οµοίωσή του» (Γεν.
1,26), και γι’ αυτό µας λέει ο Θεός: «Να είστε άγιοι, επειδή εγώ είµαι
άγιος» (Λευ. 11,44). Η αγιοσύνη του Θεού είναι η αρχή, η πηγή κάθε
αγιοσύνης. Επιπλέον στο Βάπτισµα, Εκείνος µας κάνει µέτοχους της
θεϊκής του φύσεως, υιοθετώντας µας ως παιδιά του. Γι’ αυτό θέλει τα
παιδιά του να είναι άγιοι όπως Εκείνος είναι Άγιος.
Καλούµαστε όλοι στη χριστιανική αγιοσύνη;
Κάθε άνθρωπος καλείται στην αγιοσύνη, η οποία είναι «πληρότητα της χριστιανικής ζωής και τελειότητα της αγάπης, και πραγµατοποιείται µέσω της ενδόµυχης ενότητας µε το Χριστό, και εν αυτώ
µε την Αγιότατη Τριάδα. Η πορεία εξαγιασµού του χριστιανού, αφού
περάσει από το Σταυρό, θα ολοκληρωθεί κατά την τελική Ανάσταση
των δικαίων, κατά την οποία ο Θεός θα είναι τα πάντα στα πάντα»
(ΣΥΝΟΨΗ, αρ.428).
Πώς είναι δυνατό να γίνοµε άγιοι;
κάθε χριστιανό το Βάπτισµα. Με το νερό του Βαπτίσµατος πράγµατι
«λουστήκαµε (...), αγιαστήκαµε (...), δικαιωθήκαµε στο όνοµα του
Κυρίου Ιησού Χριστού και µέσα στο Πνεύµα του Θεού µας» (1Κορ.
6,11)· γίναµε στ’ αλήθεια παιδιά του Θεού και µέτοχοι της θεϊκής φύσεως, και γι’ αυτό πραγµατικά άγιοι.
δηλαδή µε το να είµαστε χριστιανοί), είναι ανάγκη να γίνοµε άγιοι και
ηθικά, δηλαδή στον τρόπο µε τον οποίο σκεπτόµαστε, µιλάµε, ενεργούµε κάθε µέρα, σε κάθε στιγµή της ζωής µας. Μας προτρέπει ο
Απόστολος Παύλος να ζούµε «καθώς πρέπει σε αγίους» (Εφ. 5,3),
να ντυθούµε «όπως αρµόζει σε εκλεκτούς του Θεού, αγίους και αγαπηµένους, µε αισθήµατα ευσπλαχνίας, καλοσύνης, ταπεινοφροσύνης, γλυκύτητας και υποµονής» (Κολ. 3,12).
Οφείλοµε µε τη βοήθεια του Θεού, να διατηρούµε, να φανερώνοµε και να τελειοποιούµε µε τη ζωή µας την αγιοσύνη που λάβαµε κατά το Βάπτισµα: «Γίνε αυτό που είσαι»! Αυτή είναι η δέσµευση
του καθενός.
Αυτή τη δέσµευση µπορούµε να την πραγµατοποιήσοµε, µιµούµενοι τον Ιησού Χριστό: οδό, αλήθεια και ζωή· πρότυπο, αυτουργό και τελειωτή κάθε αγιοσύνης. Εκείνος είναι η οδός της αγιοσύνης.
Καλούµαστε λοιπόν να ακολουθήσοµε το παράδειγµά του και να γίνοµε σύµµορφοι προς την εικόνα Του, σε όλα υπάκουοι, όπως Εκείνος, στο θέληµα του Πατέρα· και να έχοµε τα ίδια αισθήµατα του Ιησού Χριστού, ο οποίος «κένωσε τον εαυτό του παίρνοντας τη µορφή
δούλου (...), υπακούοντας µέχρι θανάτου» (Φιλ. 2,7-8) και για µας
«από πλούσιος που ήταν, έγινε φτωχός» (2 Κορ. 8,9).
Η µίµηση του Χριστού, και εποµένως το να γίνοµε άγιοι, είναι
κατορθωτά από την παρουσία σ’ εµάς του Αγίου Πνεύµατος, που
είναι η ψυχή της πολύµορφης αγιοσύνης της Εκκλησίας και κάθε
χριστιανού. Είναι πράγµατι το Άγιο Πνεύµα, εκείνος που µας κινεί
εσωτερικά να αγαπάµε το Θεό µε όλη την καρδιά µας, µε όλη την
ψυχή µας, µε όλο το νου µας, µε όλες τις δυνάµεις µας (βλ. Μκ.
12,30), και να αγαπάµε ο ένας τον άλλο όπως µας αγάπησε ο Χριστός (βλ. Ιω. 13,34)
( απο την χρυση κιβοτο των Αγιων Πατερων),
«Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ ἀγαπᾶ καὶ ὅ,τι ἀγαπᾶ ὁ Θεός».
***
Ὁ Θεῖος ἔρως κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο
Ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολὴ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ δεύτερη ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν Θεὸ καὶ νὰ μὴν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸν πλησίον του, ἀλλὰ οὔτε νὰ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον καὶ νὰ ἀγνοῆ τὸν Θεό. Ἡ ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν κατακόρυφη διάσταση πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν ὁριζόντια μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς ἀνθρώπους δὲν προέρχεται ἀπὸ κάποια κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ ἰδεολογία καὶ ἀπὸ ἕναν οὐμανιστικὸ ἀλτρουϊσμό, ἀλλὰ εἶναι ἔκφραση τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν αἴσθηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
. Μεγάλη σημασία στὴν Χριστιανικὴ ζωὴ ἔχει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό.Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ ἀγαπᾶ καὶ ὅ,τι ἀγαπᾶ ὁ Θεός. Αὐτὴν τὴν ἀγάπη οἱ ἅγιοι Πατέρες τὴν ὀνομάζουν ἔρωτα, καί, γιὰ νὰ τὸν ἀντιδιαστείλουν ἀπὸ κάθε ἄλλο ψευδῆ ἔρωτα, κάνουν λόγο γιὰ θεῖο ἔρωτα. Σὲ αὐτὸν τὸν θεῖο ἔρωτα ἀναφέρεται πολλὲς φορὲς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καὶ παρουσιάζει διάφορα χαρακτηριστικά του. Θὰ γίνη μιὰ μικρὴ ἀναφορὰ σὲ αὐτὸ τὸ θέμα γιὰ νὰ φανῆ καὶ ἐδῶ ὁ συνδυασμὸς μεταξὺ νηπτικότητας καὶ κοινωνικότητας ποὺ παρητηρεῖται στὴν διδασκαλία του.
. Κατ᾽ ἀρχὰς ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ χαρακτηριστικὰ χωρία του εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἀναφέρεται στὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Θέτει στὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ νὰ λέγη στὸν ἄνθρωπο: «ἐγὼ πατήρ, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφή, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ρίζα, ἐγὼ θεμέλιος, πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ· μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς…. ἐγὼ καὶ φίλος, καὶ μέλος, καὶ κεφαλή, καὶ ἀδελφός, καὶ ἀδελφή, καὶ μήτηρ, πάντα ἐγώ, μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σὲ καὶ ἀλήτης διὰ σέ, ἐπὶ σταυροῦ διὰ σέ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ, ἄνω ὑπέρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί, κάτω ὑπερ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σύ, καὶ ἀδελφός, καὶ συγκληρονόμος, καὶ φίλος, καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις;».
. Σὲ κάποια ἄλλη ὁμιλία του, μιλώντας γιὰ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς συνάψη μαζί Του, χρησιμοποιεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐραστοῦ καὶ ὀνομάζει τὸν Θεὸ ἐραστή. Ὁ Θεὸς ὁμοιάζει «καθάπερ τις ἐραστὴς σφοδρός, μᾶλλον δὲ παντὸς ἐραστοῦ σφοδρότερος ὤν». Ὁ Χριστιανὸς ποὺ ἀποκτᾶ αὐτὴν τὴν αἴσθηση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπᾶ περισσότερο τὸν Θεὸ καὶ αὐτὴ ἡ ἀγάπη λέγεται ἔρως.
. Στὶς ὁμιλίες του κάνει λόγο γιὰ τὸν ἔρωτα στὰ ἀνθρώπινα πράγματα καὶ πολλὲς φορὲς τὸν συγκρίνει καὶ τὸν ἀντιπαραβάλλει μὲ τὸν θεῖο ἔρωτα, τὸν ἔρωτα πρὸς τὸν Θεό.
διό Θεός είναι ο άνθρωπος εν πενυμα Ιερό.
Αντίδωρο αγάπης
Να τρελαθείτε από την θεία τρέλα της αγάπης του Θεού! Να κάψει ό Θεός με την αγάπη Του τις καρδιές σας!.»
Ό άνθρωπος στην πορεία προς την τελείωση πρέπει να έχει συνοδοιπόρο του την ανόθευτη αγάπη προς τον πλησίον του αλλά κυρίως προς τον Τριαδικό Θεό, προκειμένου να ίκανωθεί της εισόδου του στην ουράνια βασιλεία. Ή βαθιά αυτή πεποίθηση διακατέχει έντονα όλα τα έργα των Πατέρων κι αποτελεί το εναρκτήριο λάκτισμα του εγχειρήματος μας.
Ό χριστιανικός ορός αγάπη δηλώνει τη διάθεση του πιστού να προσφέρει ανιδιοτελώς και χωρίς υστεροβουλία τον εαυτό του προς χάριν του συνανθρώπου. Στά προ Χρίστου χρόνια ό άνθρωπος κατευθυνόταν προς τα ορατά καί τα επίγεια ή προς αφηρημένες έννοιες καί ιδέες, μετά την ενανθρώπηση όμως ή λέξη αγάπη λάμπρυνε κσί μεταμόρφωσε τον ανθρώπινο βίο σε διαδρομή ευχαριστίας καί δοξολογίας με τελικό σταθμό την ένωση μας με τον Αιώνιο Θεό.
μο των αρετών, με αποτέλεσμα να κερδίσουν την ουράνια βασιλεία καί μακαριότητα.
Ό Όμολογητής τονίζει: «Μη καταφρόνησης της εντολής της αγάπης, ότι δι' αυτής υιός Θεού έση, ην παραβαίνων, υιός γεέννης εύρεθήση».
Συνεπώς, όλος ό ασκητικός βίος έχει ως βάση του την τήρηση της ανιδιοτελούς αγάπης προς το Θεό, αλλά καί προς τον πλησίον. «Αύτη έστίν η θύρα, δι' ης ό εισερχόμενος εις τα άγια γίνεται των αγίων καί του απροσίτου κάλλους της αγίας καί βασιλικής Τριάδος καθίσταται άξιος θεατής γενέσθαι», μας λέγει ό θείος Μάξιμος. Είναι δηλαδή το εισιτήριο για να εισέλθουμε στην ουράνια πύλη της αιώνιας βασιλείας.
0 πάνσοφος Πατήρ προσπαθώντας να δώσει τον ορισμό της κορυφαίας των αρετών λέγει: «Αγάπη μεν εστίν, διάθεσις ψυχής αγαθή, καθ' ην ουδέν των όντων, της του θεού γνώσεως προτιμά». Ενώ σε άλλο σημείο παρουσιάζει την αγάπη να έχει φτερά με τα όποια ό νους αξιώνεται να λάβει τη θεία χάρη.
0 Μ. Βασίλειος ταυτίζει την αγάπη με το Θεό λέγοντας: «ώσπερ ούν ό την άγάπην έχων, τον Θεόν έχει», ενώ ό Ιωάννης ό Χρυσόστομος θέλοντας να τονίσει την αξία της λέγει: «ουδέν αγάπης ίσον».
Ή αγάπη είναι το θεμέλιο πάνω στο όποιο χτίζεται το οικοδόμημα του χριστιανισμού. Για χάρη της ό Λόγος έγινε σάρκα καί κατοίκησε σ' εμάς. Ό άγιος Συμεών περιγράφει πολύ παραστατικά ότι για την αγάπη οι Απόστολοι έτρεξαν εκείνον τον ακατάπαυστο δρόμο, έσαγήνευσαν όλη την οικουμένη με το αγκίστρι καί τη σαγήνη του λόγου, την έσήκωσαν από το βυθό της είδωλομανίας καί την οδήγησαν στον σωτήριο λιμένα της βασιλείας των ουρανών. Για χάρη της έχυσαν τα αίματα τους οί μάρτυρες, ώστε να μη χάσουν το Χριστό. Γι αυτήν έδωσαν προθύμως τη ζωή τους οί θεοφόροι Πατέρες μας καί Διδάσκαλοι της οικουμένης, υπέρ της καθολικής καί αποστολικής Εκκλησίας.
Ό Μ. Βασίλειος τονίζει ότι ή αγάπη δεν διδάσκεται, αλλά κάποιος σπερματικός λόγος έχει εγκατασταθεί μέσα μας για να υπάρχουν οί αφορμές της προσεγγίσεως με τον αγαθό Θεό.
Ό Συμεών ό Νέος Θεολόγος πλέκει το εγκώμιο της αγάπης λέγοντας: «Ώ αγάπη πολυπόθητη, μακάριος είναι όποιος σε ασπάσθηκε, διότι στο εξής δεν θα επιθυμήσει πλέον να ασπασθεί περιπαθώς κάλλος γήινου πράγματος. Μακάριος είναι όποιος συσφίχθηκε μαζί σου από θείο έρωτα· διότι θ' αρνηθεί όλο τον κόσμο καί δεν θα μολυνθεί καθόλου πλησιάζοντας οποιονδήποτε άνθρωπο».
Το τέλος όλων των αγαθών είναι ή αγάπη, επειδή οδηγεί καί φέρνει εκείνους πού πορεύονται μέσα σ' αυτήν προς το Θεό. Ή τήρηση των θείων εντολών πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα για τον άνθρωπο πού επιθυμεί να αποκτήσει την αγάπη στην καρδιά του.
Ό Συμεών υποστηρίζει πώς την αγάπη του Θεού δεν μπορεί να έγγίσει ποτέ κανένας άνθρωπος, αν δεν καθαρίσει πρωτύτερα την καρδιά του με μετάνοια καί άφθονα δάκρυα. Όταν ό άνθρωπος, πού έχει απερίσπαστα προσκολλημένο το μυαλό του στο Θεό ζει με τον έρωτα της αγάπης προς τον Κύριο, τότε δεν αισθάνεται ούτε τον εαυτό του ούτε καί κανένα από τα πράγματα του κόσμου πλήρως.
Ό Μάξιμος εξαίρει το νου του ανθρώπου, πού με την πολυχρόνια συμμετοχή του στη θεία έλλαμψη, αφού υπέταξε το παθητικό μέρος της ψυχής του καί έγινε φωτοειδής, μετα-στράφηκε σε ατελείωτο θείο έρωτα καί ακατάπαυστη αγάπη, με συνέπεια να μεταφερθεί εξ ολοκλήρου από τα επίγεια προς το θείο.
Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται διηνεκής καί ακατάβλητος αγώνας, νέκρωση του νου από τα πράγματα του κόσμου καί τους εμπαθείς λογισμούς, αδιάλειπτη προσευχή, καθαρή καρδιά, άσκηση, διότι μόνο σε αυτήν την κατάσταση ή ψυχή ανακόπτεται από των αμαρτιών καί προετοιμάζεται για το θείο φωτισμό. Επομένως είναι επώδυνος ή οδός πού οδηγεί στην απόκτηση της αγίας αγάπης.
Ό αμαρτωλός καί επιρρεπής προς τον πειρασμό άνθρωπος πρέπει να σπάσει τα δεσμά της αμαρτίας πού τον κρατούν υπόδουλο των εφήμερων κι ανούσιων πραγμάτων καί να αντιτάξει υψηλό ηθικό φρόνημα προκειμένου να απελευθερωθεί από τα πάθη της ψυχής του. Ό αγώνας του σίγουρα είναι δύσκολος, μα αν ή καρδιά του διψά για το αθάνατο ύδωρ της λύτρωσης, τότε σίγουρα οί προσπάθειες του θα καρποφορήσουν καρπούς υγιείς καί σωτήριους.
Ή φλόγα της αγάπης δυναμώνει όσο περισσότερο εγγίζουμε το Θεό, ώστε το τέλος της γήινης ζωής, ή ψυχή πού εναγωνίως κι επιμόνως ποθούσε τη λύτρωση, θα διατηρήσει καί στη μεταθανάτιο ζωή τη ζέση της αγάπης προς τον Κύριο.Ή αληθινή αγάπη πρέπει να είναι αγαθή καί ενάρετη, πρέπει να είναι το αποτέλεσμα ενός συνεχούς καί ακαταπαύστου αγώνα, απαλλαγμένη από τα αγκάθια καί τα προσκόμματα των υλικών πραγμάτων, με στόχο τη νέκρωση του παθητικού μέρους της ψυχής καί την αναγωγή της στα ουράνια σκηνώματα της αιωνίου βασιλείας.
Το κάλεσμα των Πατέρων της Εκκλησίας μας προς αγώνα επίπονο καί επίμονο πρέπει να αντηχεί σαν χαρμόσυνη σάλπιγγα, πού ευαγγελίζεται το θείο γέρας της αγάπης προς το
Θεό. Ή νέκρωση των αισθήσεων σηματοδοτεί την ανάσταση του πνεύματος καί θριαμβευτικά διανοίγει τη θύρα της αιωνίου ενώσεως με τον Τριαδικό Θεό. Ή απάθεια για τα εγκόσμια δηλώνει το πάθος για τα ουράνια καί ή δύναμη του κακού καταλύεται άπ' την ισχύ της αγάπης. Πόσο μεστός είναι αναμφισβήτητα ό λόγος τους καί με πόση πληρότητα εφοδιάζει τίς καρδιές όλων εμάς, πού με ειλικρινή αγωνία καί προσμονή πορευόμαστε την οδό της «Ορθοδοξίας! Αναθερμαίνει τίς ψυχές μας καί μένει ακλόνητος στύλος της πίστης μας, ή ακέραιη καί πέρα πάσης κοσμικής μολύνσεως προσωπικότητα των αγίων Πατέρων. Καλούμαστε να κάνουμε τίς προτροπές τους πράξη καί να έχουμε ως φωτοδότη του βίου μας το θείο έρωτα καί την αγάπη.
Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός και Σώμα εμείς οι άνθρωποι οι Χριστιανοί.
" Αυτός εστίν η κεφαλή του Σώματος της Εκκλησίας ".
Η Εκκλησία και ο Χριστός είναι Ενα.
Το Σώμα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την κεφαλή του.
Το Σώμα της Εκκλησίας τρέφεται,αγιάζεται,ζει με τον Χριστό.
Αυτός είναι ο Κύριος,ο Παντοδύναμος,ο Παντογνώστης,ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών,ο στηριγμός μας,ο φίλος μας,ο αδελφός μας.
Ο στύλος και το εδραίωμα της Εκκλησίας.
Αυτός είναι το Α και το Ω,η αρχή και το τέλος,οι βάσεις,το παν.
Χωρίς Χριστό Εκκλησία δεν υπάρχει.
Νυμφίος ο Χριστός* Νύμφη η κάθε μια ψυχή.
Ο Χριστός ένωσε το Σώμα της Εκκλησίας με τον ουρανό και την γη.
Με τους αγγέλους,τους ανθρώπους και όλα τα δημιουργήματα,με όλη την κτίση του Θεού,με τα ζώα και τα πουλιά,με κάθε μικρό αγριολούλουδο,με κάθε μικρό έντομο.
Έγινε έτσι η Εκκλησία "πλήρωμα του τα πάντα εν πάση πληρωμένου",δηλαδή του Χριστού.
Όλα εν Χριστώ και συν Χριστώ,μέσα και μαζί με τον Χριστό.
Αυτό είναι το Μυστήριο της Εκκλησίας.
Ο Χριστός φανερώνεται μέσα στην ενότητα την μεταξύ μας και στην αγάπη Του,την Εκκλησία.
Εκκλησία δεν είμαι μόνο εγώ αλλά μαζί και εσείς.
Εκκλησία είμαστε όλοι.
Μέσα στην Εκκλησία όλοι ενσωματώνονται.
Είμαστε όλοι Ένα και ο Χριστός κεφαλή.
Ένα Σώμα,Σώμα Χριστού "υμείς δέ εστέ σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους".
Έίμαστε όλοι Ένα γιατί ο Θεός είναι Πατέρας μας και είναι παντού.
Αυτό καλούμαστε όλοι μαζί να ζήσουμε μέσα στην Εκκλησία,αυτή είναι η ευχή του Κυρίου μας στην αρχιερατική του προσευχή, "ίνα ώσιν έν" για όλα τα μέλη της Εκκλησίας.
Δι'αυτό εδώ ζητούμε το πνεύμα της Χάριτος ώστε να ζούμε την χαρά της ενότητας,της αγάπης και γινόμαστε ένα με όλους.
Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα!
Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία.
Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας,με τις χαρές και τις λύπες όλων.
Να τους νιώθουμε δικούς μας,να προσευχόμαστε για όλους,να νοιαζόμαστε για την σωτηρία τους,να ξεχνάμε τους εαυτούς μας.
Να κάνουμε το παν γι'αυτούς όπως ο Χριστός για μας.
Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο και πονεμένο και αμαρτωλό.
Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του,χωρίς να σωθούν και οι άλλοι.
Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του,για να σωθεί ο ίδιος.
Τους άλλους πρέπει να αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μή χαθεί κανείς,να μπουν όλοι στην Εκκλησία.
Αυτό έχει αξία.
Και με αυτή την επιθυμία πρέπει να φεύγει κανείς από τον κόσμο,χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών.
Όταν ξεχωρίζουμε τον εαυτό μας δεν είμαστε χριστιανοί.
Αληθινοί χριστιανοί είμαστε,όταν αισθανόμαστε βαθιά ότι είμαστε μέλη του Μυστικού Σώματος του Χριστού της Εκκλησίας,με μια συνεχή σχέση αγάπης* όταν ζούμε ενωμένοι εν Χριστώ,όταν ζούμε την ενότητα μέσα στην Εκκλησία Του με το αίσθημα του ενός.
Για αυτό ο Χριστός προσεύχεται στον Πατέρα Του λέγοντας "ίνα ώσιν εν".
Το λέει και το ξαναλέει,και οι Απόστολοι παντού το τονίζουν.
Αυτό είναι το μεγαλύτερο βάθος,η μεγαλύτερη έννοια που έχει η Εκκλησία.
Εκεί βρίσκεται το Μυστήριο,να ενωθούν όλοι σαν ένας άνθρωπος εν Θεώ.
Αυτό είναι και το θέλημα του Χριστού μας που μας λέει ότι έτσι πρέπει να γίνουμε,να είμαστε δικοί Του.
Αυτή είναι η Εκκλησία του ιδρυτή της, η Εκκλησία του Τριαδικού Θεου που κατοικεί πάν το πλήρωμα της Θεότητος. που μας συμπεριέλαβε μεσα στα σπλαχνα της Ευλογημένης Αγάπης Του.
Η αγάπη είναι καρπός προσευχής
Η αγάπη του Θεού έρχεται μέσα μας από τη συνομιλία μαζί του.
1 Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Μέσα σ’ αυτήν υπάρχει η τρυφή όλων των μακαρισμών. Σ’ αυτόν τον παράδεισο ο μακάριος Παύλος τράφηκε με υπερφυσική τροφή. Και αφού γεύθηκε εκεί το ξύλο της ζωής, έκραξε λέγοντας: «αυτά που μάτι δεν τα είδε, ούτε αυτί τα άκουσε, κι ούτε που τα έβαλε ο λογισμός του ανθρώπους, όσα ετοίμασε ο Θεός για εκείνους που τον αγαπούν» (1 Κορ. 2, 9). Από αυτό το ξύλο της ζωής εμποδίστηκε ο Αδάμ με τη συμβουλή του διαβόλου.
Το ξύλο της ζωής είναι η αγάπη του Θεού, από την οποία εξέπεσε ο Αδάμ και δεν μπόρεσε πιανα χαρεί, παρά δούλευε και έχυνε τον ιδρώτα του στη γη των αγκαθιών. Όσοι στερήθηκαν την αγάπη του Θεού δηλ. τον παράδεισο, τρώνε με την εργασία τους, μέσα στ’ αγκάθια, το ψωμί του ιδρώτα, και αν ακόμη βαδίζουν στον ίσιο δρόμο των αρετών. Είναι το ψωμί που επέτρεψε ο Θεός στον πρωτόπλαστο να φάει μετά την έκπτωσή του. Μέχρι να βρούμε λοιπόν την αγάπη, η εργασία μας είναι στη γη των αγκαθιών και μέσα σ’ αυτά σπέρνουμε και θερίζουμε, κι ας είναι ο σπόρος μας σπόρος δικαιοσύνης. Συνέχεια, λοιπόν μας κεντάνε τα αγκάθια και, όσο και να δικαιωθούμε, ζούμε μέσα σ’ αυτά με τον ιδρώτα του προσώπου μας.
Όταν όμως μέσα στον έμπονο και δίκαιο αγώνα μας, βρούμε την αγάπη του Θεού, τρεφόμαστε με ουράνιο άρτο και δυναμώνουμε, χωρίς να εργαζόμαστε με αγωνία και χωρίς να κουραζόμαστε, όπως οι χωρίς αγάπη άνθρωποι. Ο ουράνιος άρτος είναι ο Χριστός, που ήρθε κάτω σε μας από τον ουρανό και δίνει στον κόσμο την αιώνια ζωή. Και αυτή η ζωή είναι η τροφή των αγγέλων.
Όποιος βρήκε την αγάπη, κάθε μέρα και ώρα τρώγει το Χριστό κι από αυτό γίνεται αθάνατος (Ιω. 6, 58). Διότι «ο τρώγων – λέει – από τον άρτο που εγώ θα του δώσω, ποτέ (¨εις τον αιώνα¨) δε θα πεθάνει». Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος που τρώγει από τον άρτο της αγάπης, που είναι ο Ιησούς. Ότι, βέβαια, αυτός που τρώγει από την αγάπη, τρώγει το Χριστό, το Θεό των πάντων, το μαρτυρεί ο απόστολος Ιωάννης, όταν λέει ότι «ο Θεός είναι αγάπη» (1 Ιω. 4, 8). Λοιπόν όποιος ζει στην αγάπη, λαμβάνει από το Θεό ως καρπό τη ζωή, και σ’ αυτό τον κόσμο οσφραίνεται από τώρα εκείνο τον αέρα της ανάστασης, στον οποίο εντρυφούν οι κοιμηθέντες δίκαιοι.
Κύριε,
Κάνε με ὄργανο τῆς εἰρήνης.
Κάνε στὴ θέση τοῦ μίσους, νὰ βάζω τὴν ἀγάπη.
Στὴ θέση τῆς ὕβρης, νὰ βάζω τὴν συγγνώμη.
Στὴ θέση τῆς πλάνης, νὰ βάζω τὴν πίστη.
Στὴ θέση τῆς διχόνοιας, νὰ βάζω τὴν ἕνωση.
Στὴ θέση τῆς ἀπελπισίας, νὰ βάζω τὴν ἐλπίδα.
Στὴ θέση τῆς λύπης, νὰ δίνω τὴ χαρά.
Κύριε,
Κάνε νὰ μὴ ζητῶ τόσο νὰ παρηγορηθῶ, ὅσο νὰ παρηγορῶ.
Νὰ μὴ ζητῶ τόσο νὰ ἀγαποῦμαι, ὅσο νὰ ἀγαπῶ.
Ὅταν λησμονοῦμε τὸν ἑαυτό μας, τὸν ξαναβρίσκουμε.
Ὅταν συγχωροῦμε λαβαίνουμε τὴν ἄφεση.
Ὅταν ἀποθνῄσκουμε, βρίσκουμε τὴν αἰώνια ζωή.